Tο εργατικό δίκαιο έχοντας πάντα ως επίκεντρο τα δικαιώματα του εργαζόμενου και την προστασία αυτού, έχει προβλέψει την επίσχεση εργασίας, ως ένα αποτελεσματικό μετρό που μπορεί να λάβει ο εργαζόμενος, όταν δεν του καταβάλει ο εργοδότης το μισθό του έγκαιρα.
Πότε κάνουμε Επίσχεση Εργασίας
Συγκεκριμένα, στο άρθρο 648 Α.Κ. αναφέρεται, πως ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να καταβάλλει στον εργαζόμενο τις συμφωνημένες αποδοχές του, μετά από την παροχή της εργασίας που έχει συμφωνηθεί να παρέχει ο εργαζόμενος στον εργοδότη. Πέρα από τη δυνατότητα δικαστηριακής διεκδίκησης του μισθού, η εργατική νομοθεσία προβλέπει και το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας του εργαζόμενου, στην περίπτωση που ο εργοδότης καθυστερεί να καταβάλλει τις αποδοχές που οφείλει στον εργαζόμενο, για σημαντικό χρονικό διάστημα. Η επίσχεση εργασίας βασίζεται στη διάταξη 324 ΑΚ του αστικού κώδικα, που τιτλοφορείται Δικαίωμα επίσχεσης και αναφέρει << Αν ο οφειλέτης έχει κατά του δανειστή ληξιπρόθεσμη αξίωση συναφή με την οφειλή του, έχει δικαίωμα, εφόσον δεν προκύπτει κάτι άλλο, να αρνηθεί την εκπλήρωση της παροχής ωσότου ο δανειστής εκπληρώσει την υποχρέωση που τον βαρύνει (δικαίωμα επίσχεσης)>>, στη διάταξη του άρθρου 329 ΑΚ που αναφέρει <<Αν ο οφειλέτης που έχει εναχθεί από το δανειστή αντιτάσσει το δικαίωμα της επίσχεσης, η καταδίκη του οφειλέτη σε παροχή γίνεται με τον όρο της ταυτόχρονης εκπλήρωσης από το δανειστή της υποχρέωσης που τον βαρύνει.>>, καθώς και στη διάταξη του άρθρου 345 ΑΚ που έχει τον τίτλο υπερημερία σε περίπτωση χρηματικής οφειλής και αναφέρει, <<Όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή, ο δανειστής σε περίπτωση υπερημερίας έχει δικαίωμα να απαιτήσει τον τόκο υπερημερίας που ορίζεται από το νόμο ή με δικαιοπραξία χωρίς να είναι υποχρεωμένος να αποδείξει ζημία. Ο δανειστής, αν αποδείξει και άλλη θετική ζημία, εφόσον στο νόμο δεν ορίζεται διαφορετικά, έχει δικαίωμα να απαιτήσει και αυτήν.>>
Επιπροσθέτως, ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα να αρνηθεί να παρέχει την εργασία του στον εργοδότη, μέχρι να εκπληρώσει ο εργοδότης την υποχρέωση του να καταβάλει έγκαιρα το μισθό που του αναλογεί. Η επίσχεση εργασίας, έχει ως συνέπεια ο εργοδότης να βρίσκεται σε κατάσταση υπερημερίας και να υποχρεούται να καταβάλλει τις αποδοχές του εργαζόμενου, για όλο το χρονικό διάστημα που διαρκεί η επίσχεση εργασίας, που δικαιολογημένα ο εργαζόμενος πραγματοποιεί. Όπως κάθε δικαίωμα, έτσι και η επίσχεση εργασίας του εργαζομένου, θα πρέπει να πραγματοποιείται στα πλαίσια που ορίζει το άρθρο 281 ΑΚ, περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος. Ως εκ τούτου, η επίσχεση εργασίας θα πρέπει να πραγματοποιείται μέχρι την ικανοποίηση των αξιώσεων του μισθωτού και όχι επί αόριστον. Θα πρέπει λοιπόν, να ασκείται το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας, μέσα στα όρια της καλής πίστης, των συναλλακτικών ηθών, καθώς και του οικονομικού σκοπού για τον οποίον έχει θεσπιστεί η επίσχεση. Ωστόσο, η επίσχεση εργασίας πραγματοποιείται καταχρηστικά, όταν η καθυστέρηση της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του εργοδότη, δεν έχει γίνει για μεγάλο χρονικό διάστημα, ή στις περιπτώσεις που η καθυστέρηση δεν οφείλεται στην υπαιτιότητα του εργοδότη, αλλά σε αντιξοότητες και σε απρόβλεπτες περιστάσεις, τις οποίες ο εργοδότης ούτε θα μπορούσε να προβλέψει, ούτε μπορεί να κάνει κάτι για να τις αποτρέψει. Σκοπός του νομοθέτη λοιπόν είναι, αφενός να προστατεύσει τον εργαζόμενο σε περίπτωση μη έγκαιρης καταβολής του μισθού που του αναλογεί, αφετέρου να προστατεύσει και τον εργοδότη σε περίπτωση που η μη έγκαιρη καταβολή του μισθού που αναλογεί στον εργαζόμενο δεν γίνεται από υπαιτιότητα του, αλλά από γεγονότα που δεν οφείλονται στη σφαίρα επίδρασης του.
Η πραγματοποίηση της επίσχεσης εργασίας γίνεται, με αντίστοιχη δήλωση βούλησης, που θα πρέπει να είναι σαφής και ατομική. Ο καλύτερος τρόπος με τον οποίον θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η επίσχεση, είναι με τη δήλωση της στον εργοδότη με εξώδικη δήλωση και επίδοση αυτής, με δικαστικό επιμελητή. Θα πρέπει ο εργαζόμενος να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικός, όταν ασκεί το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας που του παρέχει ο νόμος, καθώς απλή άρνηση εργασίας δεν αρκεί, αφού μπορεί να εκληφθεί ως παραίτηση από τη θέση. Για όλο το χρονικό διάστημα της υπερημερίας του εργοδότη, ο νόμος παρέχει τη δυνατότητα στον εργαζόμενο, να απασχοληθεί σε άλλο ωράριο εργασίας. Θα πρέπει βέβαια ο εργαζόμενος να έχει έτοιμες σε διάθεση του εργοδότη τις εργασιακές του δυνάμεις, καθώς θα πρέπει να είναι έτοιμος να προσέλθει στην εργασία του, σε περίπτωση που αρθεί η υπερημερία για την οποία πραγματοποιεί την επίσχεση εργασίας του.
Συμπερασματικά
Συνοψίζοντας, ένα από τα ουσιώδη μέτρα που μπορεί να λάβει ο εργαζόμενος, σε περίπτωση που δεν λαμβάνει εγκαίρως τις αποδοχές του από τον εργοδότη, είναι αυτό της επίσχεσης εργασίας. Η επίσχεση εργασίας θα πρέπει να πραγματοποιείται, με σύνεση και μόνο όταν είναι αναγκαία προκειμένου ο εργοδότης να καταβάλει το μισθό που αναλογεί στον εργαζόμενο. Πέρα όμως από τη επίσχεση εργασίας, υπάρχουν και άλλοι τρόποι να διεκδικήσει ο εργαζόμενος το μισθό του, όπως είναι η καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας, καθώς και η αγωγή στα αστικά δικαστήρια, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών. Τέλος, θα πρέπει ο εργαζόμενος να πραγματοποιεί την επίσχεση εργασίας του, όταν αυτή είναι αναγκαία, με έγγραφη κοινοποίηση του στον εργοδότη, δια εξωδίκου και όχι απλά απλό προφορικώς.