Το άρθρο 68 του Νόμου 4938/2022, που αντιστοιχεί στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, αναφέρει τις διατάξεις σχετικά με τη θέση των δικαστικών λειτουργών κατά τη διάρκεια αργίας.
Σύμφωνα με τον πρώτο παράγραφο του άρθρου 68, εάν ένας δικαστικός λειτουργός στερηθεί την προσωπική του ελευθερία μέσω ένταλματος προσωρινής κράτησης, από βούλευμα ή από δικαστική απόφαση, ακόμη και αν απολυθεί προσωρινά από τις φυλακές, τότε αυτόματα τίθεται σε κατάσταση αργίας.
Η αργία αυτή είναι αμετάκλητη και ισχύει αμέσως μόλις ο δικαστικός λειτουργός στερηθεί την προσωπική του ελευθερία, ανεξάρτητα από το αν θα καταδικαστεί ή αθωωθεί στο τέλος.
Ωστόσο, εάν ο λόγος για τον οποίο τέθηκε σε αργία εξαλείφεται, τότε αυτόματα επιστρέφει στην υπηρεσία. Αυτό σημαίνει ότι αν ο δικαστικός λειτουργός αφεθεί ελεύθερος, η αργία του καταργείται αυτοδικαίως.
Σε περίπτωση που υπάρχουν προαγωγές κατά τη διάρκεια της αργίας, ο δικαστικός λειτουργός δικαιούται να προαχθεί στον ανώτερο βαθμό εάν υπάρχει διαθέσιμη θέση. Σε αντίθετη περίπτωση, παραμένει υπεράριθμος και καταλαμβάνει την πρώτη κενή θέση που εμφανίζεται.
Αν ο δικαστικός λειτουργός αθωωθεί με τρόπο αμετάκλητο από την ποινική δίωξη που είχε στην επιβάρυνσή του, τότε επιστρέφει στην προηγούμενη θέση του σύμφωνα με την αρχαιότητα. Σε διαφορετική περίπτωση, η αρχαιότητα του καθορίζεται με απόφαση του αντίστοιχου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου.
Εκτός από την αρχική απομάκρυνση από τα καθήκοντα, ένας δικαστικός λειτουργός μπορεί να τεθεί και σε προσωρινή απομάκρυνση. Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 68, αυτό μπορεί να συμβεί όταν ασκηθεί κατά του δικαστικού λειτουργού:
- Ποινική δίωξη για ένα έγκλημα που αποτελεί εμπόδιο για την διορισμό του, σύμφωνα με το άρθρο 44 του παρόντος, εξαιρουμένων των εγκλημάτων της ψευδούς κατάθεσης (άρθρο 224 ΠΚ), της ψευδούς καταγγελίας (άρθρο 229 ΠΚ) και της συκοφαντικής δυσφήμησης (άρθρο 363 ΠΚ).
- Πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα που μπορεί να καταλήξει στην ποινή της απόλυσης.
Η απόφαση για την τοποθέτηση σε προσωρινή απομάκρυνση λαμβάνεται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, με πλήρη αιτιολόγηση απόφασης του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου.
Η προσωρινή απομάκρυνση ανακλύνεται αυτόματα μετά από δύο (2) χρόνια από την ημερομηνία έκδοσης του προεδρικού διατάγματος για την τοποθέτηση του δικαστικού λειτουργού σε προσωρινή απομάκρυνση, εκτός εάν έχει εκδοθεί παραπεμπτική απόφαση ή καταδικαστική απόφαση.
Έπειτα από έξι (6) μήνες από την τοποθέτηση σε προσωρινή απομάκρυνση, το ίδιο συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να αποφασίσει επιχειρηματικά αν θα συνεχίσει η απομάκρυνση.
Υπάρχουν επίσης ειδικές διατάξεις στο άρθρο 68, όπως:
- Ο δικαστικός λειτουργός που τεθεί σε προσωρινή απομάκρυνση δεν δικαιούται να εκτελεί τα καθήκοντά του, να λαμβάνει τον μισθό του, ή να χρησιμοποιεί τις άδειές του.
- Ο δικαστικός λειτουργός που τεθεί σε προσωρινή απομάκρυνση δεν υποχρεούται να παρουσιάζεται στην υπηρεσία του.
- Ο δικαστικός λειτουργός που τεθεί σε προσωρινή απομάκρυνση μπορεί να λάβει σύνταξη αναπηρίας, εάν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις.
Η διάταξη του άρθρου 68 έχει ως σκοπό να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και την εμπιστοσύνη του κοινού προς αυτήν.