Αρχικά, οι διαθήκες θα πρέπει να συντάσσονται σύμφωνα με έναν ορισμένο τύπο. Ανάλογα με τον τύπο, ο οποίος απαιτείται από το νόμο οι διαθήκες διακρίνονται σε κοινές και έκτακτες. Οι κοινές διαθήκες διακρίνονται σε ιδιόγραφες, δημόσιες και μυστικές ενώ οι έκτακτες ανάλογα με τον τόπο στον οποίο συντάσσονται, διακρίνονται σε αυτές που συντάσσονται σε πλοίο και σε αυτές που γράφονται κατά τη διάρκεια εκστρατείας, αποκλεισμού, πολιορκίας και αιχμαλωσίας.
Ας αναλύσουμε τη συνηθέστερη κατηγορία διαθηκών που είναι οι κοινές και να παραθέσουμε τη κάθε μια από τις τρεις υποκατηγορίες των κοινών διαθηκών ξεχωριστά:
α)Ιδιόγραφη διαθήκη: σύμφωνα με το άρθρο 1721 ΑΚ, ιδιόγραφη διαθήκη είναι εκείνη η οποία γράφεται ολοκληρωτικά με το χέρι του διαθέτη, και χρονολογείται και υπογράφεται από αυτόν. Η ιδιόγραφη διαθήκη έχει το μειονέκτημα πως δε μπορεί πάντοτε να εξασφαλίσει στον διαθέτη πως θα γίνει η τελευταία του βούληση για τη διάθεση των περιουσιακών του στοιχείων αποδεκτή καθώς μπορεί οι ενδιαφερόμενοι να μη την εμφανίσουν ή να την εμφανίσουν παραποιημένη ή να συντάχθηκε κατόπιν πίεσης ή απειλής στον πρόσωπο του διαθέτη. Παρόλα τα μειονεκτήματα της έγινε νομικά δεκτή γιατί αποτελεί τον απλούστερο τρόπο έκφρασης της τελευταίας θέλησης του διαθέτη. Ο διαθέτης τη συντάσσει κατά το δοκούν δηλαδή όπου θέλει και όταν θέλει, πρέπει όμως απαραίτητα να γνωρίζει γραφή και να μη συνυπάρχει άλλο πρόσωπο κατά τη σύνταξη της ώστε να διαφυλάσσεται πλήρως η μυστικότητα της τελευταίας θελήσεως του. Για το κύρος ιδιόγραφης διαθήκης απαιτείται 1)να έχει γραφεί καθ’ ολοκληρίαν με το χέρι του διαθέτη, 2)να χρονολογηθεί από τον διαθέτη, 3)να υπογραφεί από τον διαθέτη.
β)Δημόσια διαθήκη: σύμφωνα με το άρθρο 1724 ΑΚ δημόσια διαθήκη είναι αυτή που συντάσσεται με δήλωση του διαθέτη αναφορικά με τη τελευταία του βούληση σε συμβολαιογράφο με τη παρουσία τριών μαρτύρων ή δεύτερου συμβολαιογράφου και ενός μάρτυρα. Αρχικά ο διαθέτης δηλώνει προφορικά τη τελευταία του βούληση ενώπιον του συμβολαιογράφου και των μαρτύρων. Ο διαθέτης μπορεί να υπαγορεύει από σχέδιο ή να κάνει χρήση σημειώσεων. Συνάγεται λοιπόν πως ο άλαλος δε μπορεί να συντάξει δημόσια διαθήκη. Σε περίπτωση που ο διαθέτης δε γνωρίζει ελληνικά προσλαμβάνεται διερμηνέας. Τα συμπράττοντα πρόσωπα δηλαδή συμβολαιογράφοι και μάρτυρες κατά τη σύνταξη της διαθήκης θα πρέπει να είναι παρόντα και δεν επιτρέπεται πέρα από τον διαθέτη και τα συμπράττοντα πρόσωπα να παρευρίσκεται κανείς άλλος κατά τη προφορική δήλωση του διαθέτη καθώς υπάρχει ποινή ακυρότητας της διαθήκης. Στη συνέχεια ο συμβολαιογράφος συντάσσει πράξη, τη λεγόμενη έκθεση περί της διαθήκης η οποία περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία 1)την ημέρα, το μήνα, το έτος και τον τόπο σύνταξης της,2) τον προσδιορισμό του διαθέτη ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία αναφορικά με τη ταυτότητα του, 3) το όνομα και το επώνυμο του συμβολαιογράφου καθώς και των μαρτύρων, 4) τη δήλωση της τελευταίας βούλησης του διαθέτη και 5)την επισήμανση πως δηλώθηκε προφορικά η βούληση του διαθέτη και πως τα συμπράττοντα πρόσωπα ήταν παρόντα. Ακόμη, θα πρέπει η συνταχθείσα πράξη του συμβολαιογράφου να αναγνωστεί στον διαθέτη από τον συμβολαιογράφο παρουσία των συμπραττόντων προσώπων και να βεβαιωθεί πως όντως αναγνώστηκε και να υπογραφεί από τον διαθέτη και τα συμπράττοντα πρόσωπα.
γ)Μυστική διαθήκη: Σύμφωνα με το άρθρο 1738 ΑΚ μυστική διαθήκη είναι αυτή που καταρτίζεται με τη παράδοση από τον ίδιο τον διαθέτη στον συμβολαιογράφο ενός εγγράφου με τη προφορική δήλωση ότι το έγγραφο αυτό περιέχει τη τελευταία του βούληση, με απαραίτητη τη παρουσία τριών μαρτύρων ή με τη παρουσία δεύτερου συμβολαιογράφου και ενός μάρτυρα. Για την κατάρτιση της μυστικής διαθήκης πρέπει να συνταχθεί η λεγόμενη πράξη από τον συμβολαιογράφο. Συνεπώς η μυστική διαθήκη αποτελείται από δύο έγγραφα δηλαδή από το εγχειριζόμενο το οποίο είναι ιδιωτικό και , και το οποίο περιέχει τη τελευταία θέληση του διαθέτη και από το συντασσόμενο από τον συμβολαιογράφο δηλαδή τη πράξη του συμβολαιογράφου που αποτελεί ένα δημόσιο έγγραφο. Το εγχειριζόμενο έγγραφο από τον διαθέτη στον συμβολαιογράφο πρέπει να είναι γραμμένο από τον διαθέτη ή από άλλο πρόσωπο, πρέπει όμως οπωσδήποτε να φέρει την υπογραφή του διαθέτη. Στην περίπτωση κατά την οποία το έγγραφο είναι γραμμένο ολικά ή εν μέρει από άλλο πρόσωπο, πρέπει να φέρει την υπογραφή του διαθέτη σε κάθε σελίδα αυτού. Σημαντικό είναι το έγγραφο ή το περικάλλυμα αυτού να είναι σφραγισμένο με τέτοιο τρόπο ώστε να μη μπορεί να ανοιχθεί χωρίς βλάβη του σφραγίσματος, να σημειώνεται επάνω σε αυτό από τον συμβολαιογράφο το όνομα και το επώνυμο του διαθέτη και η χρονολογία της εγχειρήσεως. Η σημείωση αυτή θα πρέπει να έχει την υπογραφή του διαθέτη και των συμπραττόντων, τα οποία θα πρέπει να είναι παρόντα σε όλη τη διάρκεια αυτών των διαδικασιών. Τέλος, η άκυρη μυστική διαθήκη ισχύει ως ιδιόγραφη, αν είναι έγκυρη ως ιδιόγραφη δηλαδή αν έχει τα στοιχεία της ιδιόγραφης διαθήκης.