Χωρίς αμφιβολία ένα από τα συχνότερα παράπονα των διαζευγμένων είναι το πως μπορούν να διεκδικήσουν την επαύξηση της περιουσίας του άλλου μέρους στην οποία συνέβαλλαν. Νοιώθουν αδικημένοι και θέλουν να τους αναγνωριστεί η προσφορά τους και να λάβουν το ποσό της επαύξησης που δικαιούνται.
Σημαντικό είναι να αποσαφηνιστεί πως στο δίκαιο της χώρας μας ισχύει το σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας σύμφωνα με το άρθρο 1397 ΑΚ, κάθε περιουσιακό απόκτημα λοιπόν που αποκτά ο κάθε σύζυγος στο όνομα του, είτε πριν το γάμο είτε κατά τη διάρκεια αυτού, του ανήκει προσωπικά, εκτός αν οι σύζυγοι από κοινού επιλέξουν το σύστημα της κοινοκτημοσύνης. Ωστόσο το σύστημα που κυριαρχεί, δηλαδή της περιουσιακής αυτοτέλειας φέρνει σε ασθενέστερη θέση τον αδύναμο οικονομικά σύζυγο και ο νόμος για να εξισορροπήσει αυτή την ανισότητα εισήγαγε την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα στο άρθρο 1400 ΑΚ.
Για να υπάρξει δυνατότητα αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα θα πρέπει να έχει λυθεί ή ακυρωθεί ο γάμος ή να έχουν συμπληρωθεί τρία χρόνια διάστασης. Ακόμη θα πρέπει να υπάρχει επαύξηση της περιουσίας του ενός συζύγου κατά τη διάρκεια του γάμου και στην επαύξηση αυτή να συνέβαλε ο άλλος σύζυγος που αξιώνει τη συμμετοχή στα αποκτήματα, με οποιονδήποτε τρόπο. Με τη λέξη συμμετοχή εννοείται κάθε είδους συμπαράστασης και βοήθειας στον άλλο σύζυγο είτε υλικής είτε ψυχολογικής φύσεως που να μπορεί ωστόσο να ληφθεί υπόψη και να προσδιοριστεί ως αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα. Μια ενδεικτική περίπτωση αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα του άλλου συζύγου είναι η ενασχόληση του ενός συζύγου με το νοικοκυριό, την ανατροφή και το μεγάλωμα των παιδιών του ζεύγους, η οποία βοήθησε τον σύζυγο που επαύξησε τη περιουσία του να δρα αναπόσπαστος στην εργασία του χωρίς να έχει το βάρος της μέριμνας ενός νοικοκυριού που ως γνωστόν είναι μια απαιτητική και πολύωρη ενασχόληση. Από το νόμο καθιερώνεται μαχητό τεκμήριο συμβολής που ανέρχεται στο 1/3 της περιουσιακής επαύξησης, γεγονός που δηλώνει πως αν στον έναν σύζυγο υπήρξε περιουσιακή αύξηση, ο άλλος σύζυγος δικαιούται το 1/3 της επαύξησης αυτής, εκτός αν αποδείξει πως η συμβολή του ήταν μεγαλύτερη για παράδειγμα ίση με το 1/2, ωστόσο ο σύζυγος του οποίου η περιουσία αυξήθηκε δύναται και αυτός με τη σειρά του να ισχυριστεί και να αποδείξει πως ο σύζυγος που αξιώνει μέρος της επαύξησης δε συνέβαλε τόσο όσο υποστηρίζει αλλά λιγότερο ακόμα και από το μαχητό τεκμήριο του νόμου για παράδειγμα στο 1/4 της περιουσιακής του επαύξησης. Τι ορίζεται όμως ως περιουσιακή επαύξηση; Ως περιουσιακή επαύξηση ορίζεται η διαφορά μεταξύ της αρχικής περιουσίας δηλαδή αυτής κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου και της τελικής περιουσίας δηλαδή αυτής κατά το χρόνο της αμετάκλητης λύσης του γάμου ή τη συμπλήρωση της τριετούς διάστασης. Σύμφωνα με το άρθρο 1400 παρ.3 δε συνυπολογίζεται στη περιουσιακή επαύξηση ότι απέκτησε ο σύζυγος από κληρονομιά ή κληροδοσία, από δωρεά, καθώς και με διάθεση αυτών που απέκτησε από τις εν λόγο αιτίες, για παράδειγμα δε συνυπολογίζεται το περιουσιακό όφελος από το σπίτι που κληρονόμησε από τους γονείς του και το πούλησε. Αυτό είναι λογικό, καθώς δεν υπάρχει συμβολή στην επαύξηση της περιουσίας από τον άλλο σύζυγο. Η αξίωση του ενός συζύγου για συμμετοχή στα αποκτήματα είναι ενοχική αξίωση και κυρίως χρηματική. Αυτό σημαίνει πως ο σύζυγος που απέδειξε τη συμβολή του στην επαύξηση της περιουσίας του άλλου αξιώνει να του καταβληθεί χρηματικό ποσό που να αντιστοιχεί στην αποτίμηση της συμβολής του στην περιουσιακή επαύξηση. Υπάρχει ωστόσο και η δυνατότητα να ζητηθεί η παροχή αυτούσιων αντικειμένων κατά το ποσοστό της περιουσιακής επαύξησης.
Ο χρόνος στον οποίον παραγράφεται η δυνατότητα που παρέχει ο νόμος για αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα είναι δύο χρόνια μετά την αμετάκλητη λύση ή ακύρωση του γάμου. Κατά τη κρατούσα άποψη ο χρόνος της διάστασης δεν υπολογίζεται για τη παραγραφή της αξίωσης αλλά αρχίζει και πάλι από το χρόνο λύσης ή ακύρωσης του γάμου. Τέλος, κατά κανόνα η παραίτηση του δικαιούχου συζύγου πριν τη λύση του γάμου δεν είναι δυνατή μετά τη λύση όμως του γάμου ή παραίτηση από την αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα είναι πλήρως έγκυρη και επιτρεπτή.